shove
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
shove (en)
- η σπρωξιά
Ρήμα[επεξεργασία]
shove (en)
- σπρώχνω δυνατά
shove (en)
shove (en)