slay
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
Ρήμα
[
επεξεργασία
]
slay
(en)
,
αόριστος:
slew
,
παθητική μετοχή
slain
δολοφονώ
υπερνικώ
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ρήματα (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
العربية
Беларуская
Brezhoneg
Čeština
Deutsch
English
Español
Eesti
فارسی
Suomi
Français
Hrvatski
Magyar
Հայերեն
Ido
Italiano
日本語
ქართული
ភាសាខ្មែរ
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Latviešu
മലയാളം
မြန်မာဘာသာ
Oromoo
Polski
Português
Русский
Simple English
Svenska
தமிழ்
తెలుగు
ไทย
Türkçe
Українська
اردو
Tiếng Việt
中文