sodium
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- sodium < sod(a) + -ium, όρος του βρετανού χημικού Χάμφρεϊ Ντέιβι (Humphry Davy).[1][2]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]- (χημεία) το χημικό στοιχείο: σόδιο, το νάτριο
Αναφορές
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]sodium (fr)
- (χημεία) το χημικό στοιχείο: σόδιο, το νάτριο