something
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Αντωνυμία
[επεξεργασία]something (en)
- κάτι
- ↪ I bought something that you will like a lot.
- Αγόρασα κάτι που θα σου αρέσει πολύ.
- συντομογραφία: sth
- ↪ I bought something that you will like a lot.
- (ανεπίσημο) τόσος, χρησιμοποιείται για να δείξει ότι μια περιγραφή ή ένα ποσό κτλ. δεν είναι ακριβές
- ↪ Until nineteen hundred (and) something.
- Στα χίλια εννιακόσια τόσα.
- ↪ One hundred twenty something drachma.
- Εκατόν είκοσι τόσες δραχμές.
- ↪ Until nineteen hundred (and) something.