souper

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

souper < μέση γαλλική soupper < παλαιά γαλλική soper

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
souper soupers

souper (fr) θηλυκό αρσενικό