specialisation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]specialisation (en) (ΗΒ) και specialization (ΗΠΑ)
Δείτε επίσης : spécialisation |
specialisation (en) (ΗΒ) και specialization (ΗΠΑ)