splanchnologie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
splanchnologie splanchnologies

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

splanchnologie (fr) θηλυκό