Μετάβαση στο περιεχόμενο

surabondant

Από Βικιλεξικό

Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
surabondant surabondants

Επίθετο

[επεξεργασία]

surabondant (fr) αρσενικό