topaç

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /toˈpɑt͡ʃ/
τυπογραφικός συλλαβισμός: to‐paç

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

topaç (tr)

  1. η σβούρα
  2. (μεταφορικά) άνθρωπος (κυρίως παιδί) πολύ χοντρός

Κλίση[επεξεργασία]