Μετάβαση στο περιεχόμενο

unconditional

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός unconditional
συγκριτικός more unconditional
υπερθετικός most unconditional

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
unconditional < un- + conditional

Επίθετο

[επεξεργασία]

unconditional (en)