up for
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
up for (en)
- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) συμμετέχω, είμαι πρόθυμος να συμμετάσχω σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα
- ↪ I am up for the Marathon.
- Συμμετέχω στον Μαραθώνιο δρόμο.
- ↪ I am up for the Marathon.