up
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
up (en)
Πρόθεση[επεξεργασία]
up (en)
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
up (en)
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- up the pressure: εντείνω τις πιέσεις
- up the effort: εντείνω την προσπάθεια