over
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
over (en)
- τετελεσμένο, κάτι που έχει τελειώσει
Εκφράσεις[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
over (en)
- ενδελεχώς, τελείως
- υπερβολικά
- ανάποδα, τοποθετώ ανάποδα
- μεταφέρω σε άλλον
Επιφώνημα[επεξεργασία]
over (en)
- τέλος! (τελευταία λέξη σε μηνύματα)
Πρόθεση[επεξεργασία]
over (en)
Σύνθετα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Ολλανδικά (nl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
over (nl)