more
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
more (en)
Επίρρημα[επεξεργασία]
more (en)
- περισσότερο, παραπάνω
- ↪ I can’t eat any more.
- Δεν μπορώ να φάω παραπάνω.
- ↪ I can’t eat any more.
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 661. ISBN 9780194325684., λήμμα: παραπάνω
Βοσνιακά (bs)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
more (bs)
- η θάλασσα
Κροατικά (hr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
more (hr) ουδέτερο
- η θάλασσα
Σερβικά (sr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
more (sr)
- λατινική γραφή του море
Σλοβακικά (sk)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
more (sk) ουδέτερο
- η θάλασσα