urologista
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
urologista (pt) < από το urologia + -ista
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
urologista | urologistas |
urologista (pt) < από το urologia + -ista
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
urologista | urologistas |