veal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
veal (en)
Επίθετο[επεξεργασία]
veal (en)
- ο μοσχαρίσιος, η μοσχαρίσια, το μοσχαρίσιο