veilleuse

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
veilleuse veilleuses

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

veilleuse (fr) θηλυκό

  • το φωτάκι (που βάζουμε τη νύχτα στα δωμάτια)