voisine

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
voisine voisines

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

voisine (fr) θηλυκό