volumétrie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
volumétrie | volumétries |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]volumétrie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
volumétrie | volumétries |
volumétrie (fr) θηλυκό