Μετάβαση στο περιεχόμενο

wisdom

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

wisdom (en) (μη μετρήσιμο)

  • η σοφία
      Folk wisdom is reflected in many various proverbs.
    Σε διάφορες παροιμίες αποτυπώνεται η λαϊκή σοφία.