xylotome
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
xylotome | xylotomes |
Επίθετο[επεξεργασία]
xylotome (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
xylotome | xylotomes |
xylotome (fr) αρσενικό ή θηλυκό