zigzag

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

zigzag (en)

Επίθετο[επεξεργασία]

zigzag (en)

  • που έχει σχήμα ζιγκ ζαγκ

Επίρρημα[επεξεργασία]

zigzag (en)

  • σε μορφή ζιγκ ζαγκ

Ρήμα[επεξεργασία]

zigzag (en)

  • κινούμαι κάνοντας ζιγκ ζαγκ



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

zigzag (fr), des zigzags.

  • ζιγκ ζαγκ
    Le chemin fait plein de zigzags. - Ο δρόμος είναι γεμάτος ζιγκ ζαγκ.



Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

zigzag (it)