Βερονίκη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Βερονίκη < μακεδονική διάλεκτος Βερενίκη (Φερενίκη), που εξέφραζε ευχή για τη νίκη ή αποτύπωνε κάποιο ιστορικό γεγονός. Από το ίδιο όνομα προήλθε το μεσαιωνικό λατινικό Veronica
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Βερονίκη θηλυκό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Βερονίκη
|