vieux: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: pl:vieux
μ Ρομπότ: Προσθήκη: nl:vieux
Γραμμή 23: Γραμμή 23:
[[it:vieux]]
[[it:vieux]]
[[ja:vieux]]
[[ja:vieux]]
[[nl:vieux]]
[[pl:vieux]]
[[pl:vieux]]
[[pt:vieux]]
[[pt:vieux]]

Αναθεώρηση της 06:20, 21 Μαρτίου 2008

Πρότυπο:=fr= Πρότυπο:-επιθ- Πρότυπο:fr-κλίσ-vieux

αρσενικό
Un vieux loup. Ένας γέρικος λύκος.

Πρότυπο:-ουσ-

αρσενικό άκλιτο
  • Un vieux, une vieille. Ένας γέρος, μια γριά.
  • παλιός
Un vieil ami. Ένας παλιός φίλος.