public: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ro
Γραμμή 73: Γραμμή 73:
[[pl:public]]
[[pl:public]]
[[pt:public]]
[[pt:public]]
[[ro:public]]
[[ru:public]]
[[ru:public]]
[[simple:public]]
[[simple:public]]

Αναθεώρηση της 15:55, 17 Νοεμβρίου 2013

Αγγλικά (en)

Επίθετο

public (en)

  1. δημόσιος
  2. public opinion: η κοινή γνώμη

Ουσιαστικό

public (en)



Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

public (fr) αρσενικό

le public était enthousiaste - το κοινό ήταν ενθουσιασμένο

Επίθετο

public (fr) αρσενικό ή θηλυκό

le secteur public - o δημόσιος τομέας

Εκφράσεις



Ρουμανικά (ro)

Ουσιαστικό

public (ro)

  1. κοινό
    relații cu publicul - οι σχέσεις με το κοινό

Εκφράσεις