ασθενής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ετυμολογίες: μορφοποίηση |
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου |
||
Γραμμή 3: | Γραμμή 3: | ||
{{-ετυμ-}} |
{{-ετυμ-}} |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσχέδιο-ετυμ}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσχέδιο-ετυμ}} |
||
{{-ουσ-}} |
{{-ουσ-|el}} |
||
'''{{PAGENAME}}''' {{αθ}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{αθ}} |
||
:Ο [[άρρωστος]], που πάσχει από μία ασθένεια. |
:Ο [[άρρωστος]], που πάσχει από μία ασθένεια. |
||
Γραμμή 57: | Γραμμή 57: | ||
[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]] |
[[Κατηγορία:Ελληνικά ουσιαστικά]] |
||
{{-επιθ-}} |
{{-επιθ-|el}} |
||
'''{{PAGENAME}}''' {{αθ}}, '''ασθενές''' {{ο}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{αθ}}, '''ασθενές''' {{ο}} |
||
# Που είναι άρρωστος. |
# Που είναι άρρωστος. |
Αναθεώρηση της 02:36, 6 Δεκεμβρίου 2007
- ασθενής < Πρότυπο:προσχέδιο-ετυμ
Πρότυπο:-ουσ- ασθενής αρσενικό ή θηλυκό
- Ο άρρωστος, που πάσχει από μία ασθένεια.
Πρότυπο:-επιθ- ασθενής αρσενικό ή θηλυκό, ασθενές ουδέτερο
- Που είναι άρρωστος.
- Οι γεωργοί θα ξεριζώσουν τα ασθενή φυτά.
- Αδύναμος.
- Το ασθενές φύλο.
|