αναξιοκρατικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αναξιοκρατικά < αναξιοκρατικός

Επίρρημα[επεξεργασία]

αναξιοκρατικά

  • με αναξιοκρατικό τρόπο, με τρόπο που δεν δειχνει να επικράτησαν αξιοκρατικά κριτήρια
Εγιναν ελάχιστες προσλήψεις, κι αυτές ακόμα αναξιοκρατικά

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

αναξιοκρατικά