αποχετεύω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αποχετεύω < αρχαία ελληνική ἀποχετεύω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.po.çeˈte.vo/

Ρήμα[επεξεργασία]

αποχετεύω

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]