ξαναπέφτω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ξαναπέφτω
- πέφτω πάλι
- αποκοιμάμαι πάλι
- ήταν πολύ κουρασμένος και ξανάπεσε\\
- αρρωσταίνω πάλι
ξαναπέφτω