ξεκουβαριάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξεκουβαριάζω < ξε- + κουβαριάζω

Ρήμα[επεξεργασία]

ξεκουβαριάζω (παθητική φωνή: ξεκουβαριάζομαι)

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]