σήμερον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σήμερον: σχετικό του ἡμέρα, αττικός τύπος τήμερον, δωρικός τύπος σάμερον < πρόθημα κι- (ἐ-κεῖ) + ἡμέρα > κι-άμερον > σήμερον
Επίρρημα[επεξεργασία]
σήμερον (χρονικό επίρρημα)
- σήμερα
- αυτήν την ημέρα
Πηγές[επεξεργασία]
- σήμερον - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- σήμερον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.