σηκώνω τα μαύρα πανιά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σηκώνω τα μαύρα πανιά < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση[επεξεργασία]
σηκώνω τα μαύρα πανιά
- βρίσκομαι σε κατάσταση έσχατης απελπισίας, είμαι απελπισμένος και το δείχνω ολοφάνερα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σηκώνω τα μαύρα πανιά
|