χαλεπά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
χαλεπά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του χαλεπό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
«καὶ ἐπέπεσε πολλὰ καὶ χαλεπὰ κατὰ στάσιν ταῖς πόλεσι, γιγνόμενα μὲν καὶ αἰεὶ ἐσόμενα, ἕως ἂν ἡ αὐτὴ φύσις ἀνθρώπων ᾖ».Θουκυδίδης «Ιστορία» βιβλίο Γ΄ 82, 5-6