ὁράω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ὁράω < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

ὁράω / ὁρῶ (συνηρημένο)

  • βλέπω
    εἴ τι ἄρα μάλλον ἐνδοῖεν οἱ Ἀθηναῖοι ὁρῶντες σφᾶς ἤδη ἐν ὁδῷ ὄντας... (Χρειάζεται στοιχεία παραθέματος)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

(Χρειάζεται επεξεργασία)

Κλίση[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]