éleveur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
éleveur éleveurs

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

éleveur (fr) αρσενικό