ŝirkolektado
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ŝirkolektado | ŝirkolektadoj |
αιτιατική | ŝirkolektadon | ŝirkolektadojn |
ŝirkolektado (eo)