şablon

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

şablon (tr)

Κλίση[επεξεργασία]

ενικός πληθυντικός
ονομαστική şablon şablonlar
αιτιατική şablonu şablonları
δοτική şablona şablonlara
τοπική şablonda şablonlarda
αφαιρετική şablondan şablonlardan
γενική şablonun şablonların