Έκο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Έκο < ιταλική Eco

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈe.ko/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Έ‐κο

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Έκο αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]