Ανάμ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ανάμ < Αννάμ με απλοποίηση ορθογραφίας < βιετναμική An Nam
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /aˈnam/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐νάμ
Μεταγραφή[επεξεργασία]
Ανάμ ουδέτερο άκλιτο
- περιοχή του Βιετνάμ, παλιότερα προτεκτοράτο της γαλλικής Ινδοκίνας και παλιότερο όνομα του Βιετνάμ
- ※ Νίκος Καββαδίας, συλλογή Μαραμπού, «William George Allum», προτελευταία στροφή
Πολλές φορές στα σκοτεινά τον είδανε τα βράδια
με βότανα το στήθος του να τρίβει, οι θερμαστές …
Του κάκου· γνώριζεν αυτός —καθώς το ξέρουμ' όλοι—
ότι του Αννάμ τα στίγματα δε βγαίνουνε ποτές … (ΣτΕ: στίγματα: εννοεί τατουάζ)
- ※ Νίκος Καββαδίας, συλλογή Μαραμπού, «William George Allum», προτελευταία στροφή
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- Αννάμ (μη απλοποιημένη γραφή)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Ανάμ στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα βιετναμικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (βιετναμικά)
- Μεταγραφές (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Περιοχές του Βιετνάμ (νέα ελληνικά)
- Περιοχές (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια του Βιετνάμ (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα ποίησης (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)