Πέογλου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Πεόγλου

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πέογλου < ενδεχομένως από τοπωνύμιο Πεόγλου (το Μπέγιογλου, η συνοικία Πέραν της Κωνσταντινούπολης), ή από το συναφές επώνυμο Beyoğlu
• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πέογλου αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο

Μεταγραφές[επεξεργασία]