έχω το νου μου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
έχω το νου μου
- προσέχω, είμαι σε επαγρύπνηση για επικείμενο, πιθανό κίνδυνο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
έχω το νου μου
|