αντικρινά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
αντικρινά < αντικρινός + -ά
Επίρρημα[επεξεργασία]
αντικρινά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
αντικρινά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αντικρινός