ηθογραφήσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]ηθογραφήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ηθογραφώ
- θα ηθογραφήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ηθογραφώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]ηθογραφήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ηθογράφηση