κατασκότεινα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κατασκότεινα < κατασκότεινος + -α
Επίρρημα[επεξεργασία]
κατασκότεινα
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κατασκότεινα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
κατασκότεινα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κατασκότεινος