μούτου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Μούτου

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈmu.tu/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μού‐του

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

μούτου αρσενικό ή ουδέτερο