νατοϊκά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
νατοϊκά < νατοϊκός
Επίρρημα[επεξεργασία]
νατοϊκά
- όσον αφορά στο ΝΑΤΟ
- νατοϊκά αμετανόητη η κυβέρνηση (από τον τύπο)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
νατοϊκά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
νατοϊκά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του νατοϊκό