ντε πιες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ντε πιες < γαλλική deux-pièces < deux + pièces
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ντε πιες ουδέτερο άκλιτο
- (ενδυμασία) ένδυμα δύο κομματιών (ως ενιαίο σύνολο) φτιαγμένων από το ίδιο ύφασμα
- ※ Ο όρος ντε πιες (deux-pièces) προέρχεται από τα γαλλικά και σημαίνει δύο κομμάτια, δύο τεμάχια. Στη Γαλλία το χρησιμοποιούν όπως κι εμείς, προκειμένου να περιγράψουν ένα ντύσιμο που αποτελείται από δύο κομμάτια, συχνότερα φούστα-μπλούζα. (…) Η εν λόγω τάση, με χιλιάδες πειραγμένες κάζουαλ και αμπιγιέ εκδοχές, φέτος το φθινόπωρο επιστρέφει πιο δυναμικά από ποτέ και απευθύνεται σε όλες μας. Μάλιστα, δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως απευθύνεται σε όλους, άνδρες και γυναίκες, καθώς το απόλυτο σετάρισμα σταδιακά εξελίσσεται σε μόδα και στο ανδρικό ντύσιμο. (www.huffingtonpost.gr, 08.09.2022)
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- ντε πιες - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ντε πιες
|
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ενδυμασία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)