παραδεχτά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
παραδεχτά < παραδεχτός + -ά
Επίρρημα[επεξεργασία]
παραδεχτά
- άλλη μορφή του παραδεκτά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παραδεχτά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
παραδεχτά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του παραδεχτό