παρατονίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παρατονίζω < παρα- + τονίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

παρατονίζω (παθητική φωνή: παρατονίζομαι)

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]