ρευματολογικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
ρευματολογικά < ρευματολογικός
Επίρρημα[επεξεργασία]
ρευματολογικά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ρευματολογικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ρευματολογικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ρευματολογικό